Σκυμμένο κεφάλι , άδειο, κοιτάζει μονάχα κάτω. Μπλε, κίτρινα, κόκκινα φώτα. Κόκκινα. Κάνει να το σηκώσει, τρομάζει. Με μια ματιά βλέπει τα πάντα. Όλα μουτζουρωμένα σε μια εικόνα. Ό,τι βλέπει, ό,τι μυρίζει, ό,τι σκέφτεται. Πρόσωπα απρόσωπα, κραυγές, ουσίες, έρωτας. Έρωτας. Πάει να φύγει, "δεν θα έπρεπε να ειμαι εδώ , ή μήπως οχι; Εδώ θα μείνω, εδώ, να κοιτάζω ανενόχλητος από μια γωνία τη ζωή".
Η μόνη λύση; Τάση φυγής; Τι από τα δύο;Ίσως και τα δύο;
Θα μεταναστεύσω… Στην Αγγλία θα πάω και ξέρεις κάτι; Θα έχω την ζωή που πάντα ονειρευόμουν. Πριν καν πατήσω το πόδι μου σε ξένη γη θα έχουν ήδη στρώσει το κόκκινο χαλί και θα με περιμένει συνοδεία από το αντίστοιχο προξενείο προκειμένου να αποδώσει τιμές, επαίνους και όλα τα σχετικά.Τι ευτυχία είναι αυτή; Στη συνέχεια θα με παραλάβει η ολόμαυρη και‘’γυαλιστερή’’ από τα σύννεφα( συχνό φαινόμενο στο Λονδίνο) λιμουζίνα και ξέρετε που θα με αφήσει; Μόνο και έρημο στο bigbenαπέναντι από ένα ιδιαίτερα κουλτουριάρικο μουσικό συγκρότημα που μάλλον μοχθεί για ένα παραπάνω χαρτζιλίκιγιατί ξέρετε και το άλλο; Η κρίση είναι γενική, ειδική και πάνω απ’ όλα μαζική!
Οξύμωρο; Μας
φαίνεται ίσως περίεργη τούτη η φράση, δανεισμένη
από ένα ποίημα του Έντγκαρ Λη Μάστερς. Περίεργη
εξαιτίας του συμβολισμού που παίρνει το πούρο στη σκέψη του κοινού νου. Πούρο και λαός σύμφωνα με αυτόν το συμβολισμό δεν
μπορούν να πηγαίνουν μαζί.
Είναι αλλόκοτο, περίεργο και ασυνήθιστο. Αυτά
πάντα με βάση
συγκεκριμένα στερεότυπα, με τα οποία μας έχουν εμβολιάσει από πολύ νωρίς η
οικογένεια,
οι φίλοι, η
κοινωνία,
το σχολείο, κλπ.
Φύσηξε καπνό. Του χαμογέλασε. Της είπε πως δε θα την αφήσει να ανάψει άλλο. Του ξαναχαμογέλασε. Ήξερε πως αν ήθελε, δεν θα μπορούσε να της αρνηθεί. Την αγκάλιασε. πέρασε το χέρι του μέσα απ τα μαλλιά της και το ακούμπησε στο λαιμό της. Την φίλησε. Και μετά τον έσβησε.
Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2013, μια ημερομηνία για την οποία πιθανόν να γράφουν τα βιβλία ιστορίας του μέλλοντος, ως τη μέρα που συνέλαβαν τους νεοναζί της Χρυσής Αυγής. Η εικόνα του γελοίου φύρερ Μιχαλολιάκου και της υπόλοιπης ναζιστικής συμμορίας του με χειροπέδες σίγουρα είναι μια εικόνα που ικανοποιεί. Ωστόσο δεν θα πρέπει να μείνουμε εκεί, σε αυτή τη δήθεν ικανοποίηση. Θα θέσουμε παρακάτω κάποιους προβληματισμούς, κάποια ερωτήματα και σκέψεις που προκύπτουν από τις τελευταίες εξελίξεις. Το βάρος πάντως θα ήθελα να δοθεί στο δεύτερο μέρος τούτου του κειμένου, με τίτλο "Η Δικτατορία των Ηλιθίων" που προσπαθεί να ξεφύγει από τις πρώτες εισαγωγικές σκέψεις και να προχωρήσει λίγο παρακάτω, να ψυχαναλύσει κατά μια έννοια τα μέλη της δολοφονικής οργάνωσης.
Γιατί ''ο καλύτερος τρόπος για να κάνεις τα όνειρά σου να βγουν αληθινά, είναι να ξυπνήσεις.'' Ζεις ακόμα σε λήθαργο; Ακόμα δεν μπορείς να συλλάβεις την ίδια την πραγματικότητα; Δεν σε αφήνουν; Ποιοι δεν σε αφήνουν; Οι κυβερνήσεις ; Ποιες κυβερνήσεις;
Καθημερινά μαζεύουμε στο μικρό μας κεφάλι ήχους, λέξεις, εικόνες, πρόσωπα και στιγμές. Κάποια από αυτά τα προσπερνάμε ενώ τα υπόλοιπα τα συγκεντρωνουμε σε αυτό το οργανικό κιβώτιο με τη μεγάλη επιγραφή " Σημαντικό". Τι πάει να πει όμως αυτή η λέξη. Γιατί έιναι τόσο πομπώδης και γιατί μονίμως τη κυνηγάμε;
Πρώτη μέρα σχολή. Aγγίζει τα γένια του. Σίγουρα κάτι έχει γίνει λάθος. Κοιτάζει γύρω του, και βλέπει εκατοντάδες κόκκινα, μπλε, πράσινα ανθρωπάκια να πηγαινοέρχονται νευρικά στους διαδρόμους. ανάμεσά τους μερικά γκρι, λευκά και μαύρα, που προσπαθούσαν να μην αγγίζουνε και να μην τους αγγίζουν. Χρωματισμένη νεολαία. Περίμενε κάτι σαν παιδιά με μπογιές και πινέλα που προσπαθούνε να κάνουν τον κόσμο καλύτερο. Βρήκε παιδιά με μπλουζάκια, χαρτιά και αφίσες, να οδηγούνται από κοινού στο αδιέξοδο μέλλον τους, να τραβάνε ο ένας τον άλλον όλο και πιο κάτω.