12.1.14

όνειρο χειμερινής νυκτός (ετσετερα)

…γράφει η Έφη Παλιοτζήκα
βλέπω ζωντανά όνειρα , εδώ και μέρες.
το όριο πραγματικότητας και ασυνείδητου, τόσο λεπτό που μπορώ να το σκίσω με τα χέρια μου στα δύο.
σαν ένα φύλλο από χαρτί, απ αυτά που γράφαμε στιχάκια και χαθήκανε μέσα σε κάδους / καλάθια που βρήκανε με τη δεύτερη τον στόχο τους.
δεν βλέπω πράματα φανταστικά, δεν πετάω πια στον ύπνο μου, ούτε αλλάζω χρώματα στα μάτια και στους τοίχους.
περίεργο πράμα ο ύπνος, σε κάνει να πεθαίνεις χωρίς πόνο.

.
οι δρόμοι ήτανε κλειστοί εκείνο το βράδυ.
μόνο εγώ περπατούσα, άκουγα τις σόλες μου να αγγίζουν τα πλακάκια του πεζοδρομίου.
βρώμικα, από τσιγάρα, τσίχλες, καφέδες και κάθε λογής βιολογικό προϊόν, αφού τα βράδια οι δρόμοι γίνονται κρεβάτια για όλους. ένα ανοιχτό ξενοδοχείο με τιμή συμβολική:
λίγη αξιοπρέπεια και λίγη ευτυχία λιγότερη από το προηγούμενο βράδυ αν κοιμηθείς εκεί.
.
τιναζόμουν σε κάθε θόρυβο, κοιτούσα μπροστά και πίσω ανήσυχη, μήπως κάποιος είναι στο κατόπι μου. μόνο τη σκιά μου έβρισκα, όταν περνούσα κοντά από μια λάμπα, να μου χαμογελά ειρωνικά.
να μου φωνάζει πόσο μόνη ήμουν, έξω στους δρόμους, μέσα στους τοίχους.
πέμπτη βράδυ ήταν, και είχε τελειώσει κάθε ίχνος αξιοπρέπειας μέσα μου.
.
το νευρικό σύστημα, κλωνίζεται από πολλά πράματα. το βασικό είναι οι αναμνήσεις.
κάπως έτσι, εκεί που βιαζόμουν να φτάσω σπίτι, μύρισα την κολώνια σου, και γύρισα απότομα μήπως σε προλάβω πριν χαθείς.
δεν ήσουν εκεί, αλλά το άρωμα όλο και πιο έντονο με προκαλούσε να σε ψάξω.
ξέχασα τον φόβο μου, τις σκιές, τα φώτα, τους κινδύνους μιας άδειας πόλης,  και σε κυνήγησα .
που και που κάποια βήματα μ έκαναν να πιστέψω πως βρίσκεσαι εκεί
γέλια και βογκητά με έκαναν να προχωρήσω πιο γρήγορα,
ένιωσα πως σε πρόλαβα, όταν είδα μια δεύτερη σκιά να στρίβει βιαστικά.
πάγωσα και ευχήθηκα να σουν εσύ.
πάγωσε και η δεύτερη σκιά.
πίσω από τη γωνία, ένας άντρας ψηλός , με γκρίζα μαλλιά και άγχος στα μάτια, με ρώτησε
"ψάχνετε κάτι  δεσποινίς;"
χαμήλωσα το βλέμμα
"αυτό που ψάχνετε, δεν βρίσκεται εδώ"
είπε
.
το ήξερα, τα χρώματα μπερδεύτηκαν, ένιωσα να πνίγομαι
και ξύπνησα
και ναι
δεν ήσουν εδώ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: