22.6.13

η μεταδημοκρατία στην Ελλάδα της κρίσης [κεφάλαιο 1]



  Περί Δημοκρατίας


...γράφει ο Πάνος Παναγιώτου


   Δημοκρατία: "πολιτικό σύστημα του οποίου η λειτουργία βασίζεται στη βούληση της πλειοψηφίας του λαού" διαβάζουμε στο Λεξικό της Φιλοσοφίας του Θεοδόση Πελεγρίνη (2009:170). Ένας όρος που αποτελεί ίσως το συνηθέστερο κομβικό σημείο πολιτικών λόγων, ένα μετέωρο σημαίνον με βάση τη Θεωρία του Λόγου των Laclau και Mouffe, ένα σημαίνον δηλαδή που διεκδικούν πολλοί αντίθετοι λόγοι να επενδύσουν με διαφορετικό νόημα. Πράγματι, σήμερα είναι όλοι Δημοκράτες. Συντηρητικοί, φιλελεύθεροι, σοσιαλιστές, κομμουνιστές, αναρχικοί, φασίστες και νεοναζί επικαλούνται τη δημοκρατία και τις αρετές της (Heywood,2006:105), επιβεβαιώνοντας τη μεγάλη αμφισημία που σημαδεύει αυτήν τη γεμάτη συναισθηματική φόρτιση έννοια. 


Έχουν διατυπωθεί πολλές θεωρίες που προσπαθούν να βρουν απάντηση στο ερώτημα τι σημαίνει δημοκρατία. Ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα σπουδαίους στοχαστές και πολιτικούς φιλοσόφους. Η διάσημη ρήση του Abraham Lincoln, το 1864 στο Γκέτισμπεργκ, ενδέχεται να συνοψίζει με πολύ εύστοχο τρόπο το νόημα της δημοκρατίας: "a government of the people,by the people and for the people", μία κυβέρνηση του λαού, απο τον λαό και για τον λαό. Η δημοκρατία ωστόσο δεν είναι απλώς ένα πολίτευμα, είναι μια ολόκληρη κοσμοαντίληψη, βασικά συστατικά στοιχεία της οποίας είναι η αμφισβήτηση και η αναταραχή (Καστοριάδης 1999:7 & Ρανσιέρ 2009:24). Διότι η ελευθερία και η ισότητα που προκύπτουν ή πρέπει να προκύπτουν [έτσι τουλάχιστον θεωρείται ορθό στα πλαίσια της φιλελεύθερης δημοκρατίας] από ένα δημοκρατικό πολίτευμα σημαίνουν την ικανότητα της αμφισβήτησης όλων των παραδοσιακών αξιών και αντιλήψεων που παράγει μια κοινωνία ή όλων των αποφάσεων που λαμβάνονται για τις υποθέσεις του λαού. Η ισότητα σημαίνει ίσα πολιτικά δικαιώματα και ίσες ευκαιρίες σε όλους τους τομείς, ακόμα, ίσες ευκαιρίες συμμετοχής στη διακυβέρνηση του κράτους. 

Διακρίνουμε δύο είδη δημοκρατίας, την άμεση και την αντιπροσωπευτική (έμμεση) δημοκρατία. Στην πρώτη ο λαός είναι πηγή όλων των εξουσιών στην κυριολεξία, ενώ στη δεύτερη κυριαρχεί η ιδέα ότι ο λαός δεν είναι αρκετά καλός για να αυτοκυβερνάται, είναι όμως αρκετά καλός για να επιλέγει τους αντιπροσώπους του, οι οποίοι όντας άριστοι αποφασίζουν για τις υποθέσεις του, αποσκοπώντας υποτίθεται στο κοινό καλό. Στην άμεση δημοκρατία “ο δήμος βάζει τον εαυτό του στο κέντρο των πάντων, [...] το κράτος εδώ είναι ο δήμος” (Καστοριάδης, 1999). Μιλώντας για άμεση δημοκρατία στο μυαλό μας αμέσως έρχεται η αρχαία Αθήνα, όπου γεννήθηκε, έλαμψε και στη συνέχεια χάθηκε, με ελάχιστες εξαιρέσεις προσπαθειών να λειτουργήσει μια τέτοια μορφή πολιτεύματος, από την Αναγέννηση και τον Διαφωτισμό, όπου υπάρχει αυτό το αίτημα άσχετα με το τι τελικά υιοθετείται, μέχρι σήμερα σε ορισμένες χώρες όπως για παράδειγμα σε κάποιους τομείς στον Καναδά. Από την άλλη μεριά η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, θα μπορούσε βάσιμα να υποστηρίξει κανείς πως είναι δημιούργημα της Ρωμαϊκής "δημοκρατίας", που βέβαια κάθε άλλο παρά δημοκρατία θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε,ίσως είναι πιο σωστό να την πούμε, με κάθε επιφύλαξη, "αριστοκρατία με λαϊκή επικύρωση". 

Θα είχε ενδιαφέρον να αναλύσουμε τα χαρακτηριστικά της άμεσης δημοκρατίας της αρχαίας Αθήνας και αμέσως μετά να τα συγκρίνουμε με την σύγχρονη αντιπροσωπευτική (φιλελεύθερη) δημοκρατία. Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως η άμεση δημοκρατία τοποθετεί τον δήμο στο κέντρο όλων των εξουσιών. Ποιοι όμως αποτελούν τον δήμο; Ο λαός στην αρχαία Αθήνα συγκροτείται απο το σύνολο των ελεύθερων ενηλίκων Αθηναίων ανδρών. Εξαιρούνταν δηλαδή αυτόματα οι γυναίκες, οι μέτοικοι και οι δούλοι που αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Αυτό ήταν ίσως το μεγαλύτερο μειονέκτημα της αθηναϊκής Δημοκρατίας, ότι "μπορούσε να λειτουργήσει μόνο με τον αποκλεισμό της μάζας του πληθυσμού απο την πολιτική δραστηριότητα" (Heywood, 2002:112). Επίσης, σε ένα δευτερεύον επίπεδο, προβληματισμό προκαλεί και η λέξη "ενηλίκων" σχετικά με το ποια είναι η κατάλληλη ηλικία παραχώρησης του εκλογικού δικαιώματος. Για παράδειγμα ξέρουμε σήμερα ότι υπάρχουν χώρες όπως η Αργεντινή όπου πολιτικά δικαιώματα αποκτούν οι νέοι απο 16 ετών και άνω. Επιστρέφοντας στο ζητούμενο, στα χαρακτηριστικά της αθηναϊκής δημοκρατίας προσθέτουμε τις τρεις βασικές πολιτικές εξουσίες όπως τις ονόμαζε ο Θουκυδίδης όταν ήθελε να χαρακτηρίσει μια πόλη ελεύθερη : "αυτόνομος, αυτόδικος και αυτοτελής". Αυτόνομος σημαίνει οτι η ίδια η πόλη επιλέγει τους νόμους της, αυτόδικος οτι τα δικά της δικαστήρια έχουν τη δικαιοδοσία να δικάζουν [τα δικαστήρια τότε αποτελούνταν απο κληρωτούς δικαστές] και αυτοτελής σημαίνει οτι η πόλη αυτοκυβερνάται, με την εκκλησία του δήμου να είναι υπεύθυνη για όλες τις βασικές αποφάσεις (Καστοριάδης, 1999:26-27). Η εκκλησία του δήμου ήταν η συνέλευση του λαού στην οποία μπορούσαν να συμμετάσχουν όλοι οι ενήλικοι άνδρες που είχαν πολιτικά δικαιώματα και η οποία συνερχόταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα [υπήρχαν 4 τακτές συνεδριάσεις, δηλαδή 40 συνεδριάσεις το χρόνο και υπήρχε η δυνατότητα έκτακτης συνεδρίασης]. Επιπλέον, οι δημόσιοι αξιωματούχοι επιλέγονταν με κλήρο και η θητεία τους ήταν σύντομη, ενώ υπήρχε και μια βουλή αποτελούμενη απο 500 βουλευτές που κύριος ρόλος της ήταν η προετοιμασία των νομοθετικών προσχεδίων που επρόκειτο να συζητηθούν και να ψηφισθούν στην εκκλησία του δήμου και η κατάθεση προτάσεων προς συζήτηση στην εκκλησία του δήμου.  Στις αρμοδιότητες της ήταν επίσης ο έλεγχος των οικονομικών του κράτους και των θησαυρών των ιερών, ήταν υπεύθυνη για τον εξοπλισμό και για την επάνδρωση των τριήρων καθώς και για το ιππικό, ενώ βρισκόταν σε συνεχή επαφή με τους άρχοντες και με τους στρατηγούς (Aριστοτέλης, Αθηναίων Πολιτεία). Υπήρχε τέλος, μια 50μελής επιτροπή, οι πρυτάνεις, που συγκαλούσε τη Βουλή και υπέβαλλε προτάσεις. Τα μέλη της επιτροπής ορίζονταν έπειτα απο κλήρωση και ο κάθε βουλευτής γινόταν μέλος της επιτροπής για τριανταπέντε ή τριανταέξι μέρες. Κάθε μέρα αναδείκνυαν με κλήρο πάλι τον επιστάτη των πρυτάνεων, ο οποίος ήταν ο αρχηγός του κράτους, θέση που μπορούσε κανείς να κατέχει μία μόνο φορά στη ζωή του για μία μόνο ημέρα. Αυτή ήταν η δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας, όπως παρουσιάστηκε παραπάνω πολύ σύντομα και σχηματικά. Αυτή τη δημοκρατία ο Καστοριάδης μας καλούσε να εκλάβουμε "σαν γονιμοποιό σπέρμα, σαν έμπνευση και πηγή ιδεών" και όχι "σαν πρότυπο ή μοντέλο προς μίμιση" εκτός αν είμαστε προγονόπληκτοι ή φαντασιόπληκτοι, όπως έλεγε (1999:6). 

Κάνοντας ένα άλμα αιώνων περνάμε στη φιλελεύθερη, αντιπροσωπευτική, έμμεση ή συνταγματική  δημοκρατία που έχει επικρατήσει στη σύγχρονη εποχή. Ήδη η λέξη "αντιπροσωπευτική" θα πρέπει να μας προκαλεί μια καχυποψία. Κατά τα λεγόμενα του Ρανσιέρ στο βιβλίο του "Το μίσος για τη δημοκρατία" η αντιπροσώπευση είναι ένας ολιγαρχικός θεσμός, μια "αντιπροσώπευση των μειοψηφιών" που επειδή διαθέτουν ένα συστατικό αριστείας μπορούν ή μάλλον επιβάλλεται, κατά κάποιον τρόπο, να ασχολούνται με τα κοινά (2009:81). Άλλωστε οι ίδιες οι εκλογές, που σήμερα αποτελούν τη σημαία της δημοκρατίας, είναι ίδιον της αριστοκρατίας, με την έννοια ότι στις εκλογές καλούμαστε να ψηφίσουμε αυτόν που θεωρούμε πιο άριστο. Ίδιον της δημοκρατίας είναι η κλήρωση, όπως συμπεραίνουμε απο την προηγούμενη παράγραφο. Ο Αριστοτέλης το υποστηρίζει ξεκάθαρα στα πολιτικά του, οι εκλογές είναι ένας θεσμός αριστοκρατικός, ενώ η κλήρωση ένας θεσμός καθαρά δημοκρατικός. "Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία μπορεί σήμερα να φαντάζει πλεονασμός, ωστόσο αρχικά επρόκειτο για οξύμωρο σχήμα" (Ρανσιέρ, 2009:82). Στην αντιπροσωπευτική διακυβέρνηση κυριαρχεί μία ιδέα που αναφέραμε στην αρχή και θα επαναλάβουμε στο σημείο αυτό με τα λόγια του Μιγκέλ Αμπενσούρ "ο λαός είναι καλός να επιλέγει τους αντιπροσώπους του, αλλά δεν είναι καλός για την πολιτική δράση, επομένως η δράση θα πρέπει να παραχωρηθεί στους επιλεγμένους αντιπροσώπους του", μια ιδέα που υπάρχει απο τον 18ο αιώνα και που θα μπορούσαμε να αναζητήσουμε τις ρίζες της στην περίοδο της Αναγέννησης στην ιταλική Φλωρεντία και στις απόψεις του Τζουτσιαρντίνι (Giucciardini), ο οποίος εισάγει την επικρατούσα σήμερα ιδέα περί δημοκρατίας που αντιστοιχεί στην πραγματικότητα σε μια ελιτίστικη μορφή δημοκρατίας. Υπάρχουν δηλαδή δύο τάξεις ανθρώπων, η πρώτη αποτελείται απο αυτούς που εξουσιάζουν και η δεύτερη από αυτούς που εξουσιάζονται. Αυτοί που ανήκουν στην πρώτη τάξη είναι αυτοί που κατέχουν τους τίτλους που τους καθιστούν κατάλληλους να κυβερνούν. Οι τίτλοι αυτοί μπορεί να σχετίζονται με την ηλικία, τον πλούτο, την καταγωγή κ.ο.κ. 

Καθοριστικό ρόλο στην επικράτηση της φιλελεύθερης δημοκρατίας έπαιξε η Αμερικανική και η Γαλλική επανάσταση (1775 και 1789 αντίστοιχα), που οδήγησαν στην ανάπτυξη του φιλελευθερισμού ως ιδεολογία της αστικής τάξης. Η ανάπτυξη αυτή συνοδεύτηκε με την ανάδυση του καπιταλισμού ως κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Ο καπιταλισμός πέρασε σε μία νέα εποχή που θα οδηγήσει έναν αιώνα αργότερα στον "μονοπωλιακό καπιταλισμό", τη συγκέντρωση δηλαδή του κεφαλαίου σε μεγάλες επιχειρήσεις. Η Γαλλική Επανάσταση με κύριο σύνθημα το "Ελευθερία, Ισότης, Αδελφότης" οδήγησε μεν στην πτώση της απολυταρχίας και της θεοκρατικής αντίληψης, ουσιαστικά, ωστόσο, απέτυχε να δημιούργησει ένα πραγματικά δημοκρατικό, με τη πρωταρχική σημασία της λέξης, πολίτευμα και να σταθεροποιήσει την εξουσία με αποτέλεσμα να ακολουθήσει πολιτική αστάθεια. Αξίζει να αναφερθούμε εδώ σε ένα άρθρο του Γεράσιμου Βώκου στο Βήμα, όπου διαβάζουμε για τον Λαφίτ, τραπεζίτη και απο τους πρωτεργάτες της επανάστασης, η φράση του οποίου "Τώρα θα αρχίσει η βασιλεία των τραπεζιτών" αποδεικνύεται εξαιρετικά προφητική και θα μας απασχολήσει στη συνέχεια. 

Συνοψίζοντας, διανύσαμε μια πορεία όπου η συμμετοχή αντικαταστάθηκε από τη συναίνεση και η κλήρωση απο τις εκλογές. "Η διαφορά της αρχαίας από τη σύγχρονη δημοκρατία είναι διαφορά φύσεως" (Μουφ, 2004:89). Ο πλουραρισμός και η αδυναμία σύλληψης του πολιτικού ανταγωνισμού έχουν οδηγήσει στον ευνουχισμό της δημοκρατίας. Η επικράτηση του τρίτου δρόμου και η παθητικότητα των πολιτών που αισθάνονται ότι παραμερίζονται συμπληρώνουν το σκηνικό. Η ίδια η επικράτηση του νεοφιλελεύθερου μοντέλου, που θα μας απασχολήσει παρακάτω, ευνουχίζει τη δημοκρατία. Ένα μοντέλο που επιχειρεί να συναρθρώσει δυο διαφορετικές παραδόσεις, τη δημοκρατική και τη φιλελεύθερη. Η συνάρθρωση αυτή φέρνει στην επιφάνεια μια σειρά απο αντιθέσεις. Το παράδοξο της Δημοκρατίας, όπως το ονομάζει η Μουφ, αποτελείται  ακριβώς από αυτήν τη συνάρθρωση της ισότητας, εξαιρετικά σημαντική για την δημοκρατική παράδοση, με την ελευθερία, που μαζί με την ισότητα και την αδελφοσύνη αποτελούν τη σημαία των σύγχρονων δημοκρατιών. Οι έννοιες αυτές στη πραγματικότητα, όσο περίεργο κι αν φαίνεται, είναι δύσκολο να συνυπάρξουν αρμονικά. Η ιδέα της ελευθερίας, που σχετίζεται με τον σεβασμό των ατομικών δικαιωμάτων, δεν μπορεί αυτονόητα και φυσικά να συμβαδίζει με την ιδέα της λαϊκής κυριαρχίας ή της ισότητας, που ταυτίζονται με τη δημοκρατική παράδοση. Το πλαίσιο αυτό ενισχύει τη συζήτηση περί "ελλείμματος της δημοκρατίας" και οδηγεί στον προβληματισμό: μήπως η δημοκρατία αποτελεί σήμερα έναν μύθο και μάλιστα έναν αναγκαίο μύθο, που χρησιμοποιείται με ιδιαίτερη μαεστρία για να προσδίδει την απαιτούμενη νομιμοποίηση στην εξουσία να λειτουργεί εκπροσωπώντας συμφέροντα ασύμβατα με τα συμφέροντα του λαού;   

Με διαφορετικά λόγια, όταν γίνεται λόγος για φιλελεύθερη ή αντιπροσωπευτική δημοκρατία δεν είναι σίγουρο πως μπορούμε να εννοήσουμε μια δημοκρατία όπου στο κέντρο των πάντων είναι ο λαός. Ο λαός στην προκειμένη περίπτωση και όπως έχει καταλήξει να εφαρμόζεται η αντιπροσώπευση περνά σε δεύτερη μοίρα και ο λόγος του περιορίζεται μονάχα στην ημέρα των εκλογών, όταν καλείται να αποφασίσει ποια ελίτ, σε τελική ανάλυση, θα εκπροσωπήσει καλύτερα τα συμφέροντα του. Υπάρχει βέβαια ο θεσμός του δημοψηφίσματος, που κρατά ζωντανή σε αρκετά περιορισμένο βαθμό την άμεση δημοκρατία. Ο θεσμός αυτός ουσιαστικά έχει γελοιοποιηθεί, καθώς κανείς ηγέτης δεν προβαίνει σε δημοψήφισμα αν δεν είναι σίγουρος ότι το αποτέλεσμα θα συμβαδίζει με τις επιδιώξεις της κυβέρνησης του. Ο ρόλος του λαού στο πλαίσιο της (νεο)φιλελεύθερης δημοκρατίας είναι διακοσμητικός. Οι εκλογές έχουν εξελιχθεί σε έναν μηχανισμό που αποσκοπεί στη συναίνεση. Τα πράγματα ωστόσο δεν ήταν πάντα έτσι. Οι κυβερνήσεις κάποτε νοιάζονταν για τη βούληση του λαού, σε κάθε περίπτωση περισσότερο από ότι νοιάζονται τα τελευταία τριάντα χρόνια. Η λαϊκή βούληση επηρέαζε της πολιτικές και τα προγράμματα των κυβερνήσεων και των κομμάτων γενικότερα. Από τη δεκαετία του 1970 και 1980 τα πράγματα φαίνεται να αλλάζουν και η λήψη των αποφάσεων περνά σε ένα άλλο επίπεδο, όπου πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν τα επιχειρηματικά συμφέροντα και οι, κάθε άλλο παρά ανεξάρτητες και αθώες, τράπεζες. 

Το γεγονός αυτό, ότι η πραγματική λήψη των αποφάσεων δεν λαμβάνει υπόψη της, σε ουσιαστικό βαθμό, αυτό που ονομάζουμε λαϊκή κυριαρχία, που αποτελεί τον πυρήνα της δημοκρατίας αλλά έχει μετατοπιστεί και είναι αντικείμενο διαπραγματεύσεων και συναλλαγών ανάμεσα στο πολιτικό προσωπικό και στις μεγάλες εταιρείες, οδηγεί πολλούς μελετητές, όπως τον Κόλιν Κράουτς, τον Ζακ Ρανσιέρ και την Σαντάλ Μουφ, να τονίσουν πως η δημοκρατική κρίση έχει φτάσει σε τόσο βαθιά επίπεδα, ώστε πλέον πρέπει να χρησιμοποιήσουμε έναν διαφορετικό όρο για να δηλώσουμε αυτήν την μετάλλαξη. Ο όρος αυτός είναι η μεταδημοκρατία.     


...ο Πάνος Παναγιώτου 
είναι φοιτητής πολιτικών επιστημών 
στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
[το επόμενο μέρος έχει τίτλο Περί Μεταδημοκρατίας ]              

Δεν υπάρχουν σχόλια: